Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2020

Anselm Jappe Ο φετιχισμός του εμπορεύματος

Θεωρώντας την ανάδειξη της έννοιας και της ανάλυσης του φετιχισμού του εμπορεύματος, μιας εκ των σημαντικότερων συμβολών του Μαρξ - στο Κεφάλαιο - ως θεμελιακής κατηγορίας ανάλυσης του καπιταλισμού, που υπερβαίνει τόσο τις «αντικειμενιστικές» όσο και τις «υποκειμενιστικές» αναγνώσεις των αντιφατικών ούτως ή άλλως έργων του, ξεπερνώντας τις παραδοσιακές διαιρέσεις υποκείμενο/αντικείμενο, υλισμός/ιδεαλισμός και ανοίγωντας δρόμους για τις προϋποθέσεις υπέρβασής του, από μια άλλη κοινωνική μορφή, ως ένα πολύ σημαντικό εγχείρημα της επωνομαζόμενης σχολής κριτικής της αξίας, θεωρούμε σκόπιμη τη δημοσίευση του κειμένου αυτού.


O Anselm Jappe είναι σήμερα ένας από τους πλέον δραστήριους και παραγωγικούς εκπροσώπους της σχολής της κριτικής της αξίας ως μέλος του Krisis Groupe, μαζί με τον Norbert Trenkle, μετά το θάνατο του εξέχοντος εκπροσώπου της Robert Kunz. Γεννήθηκε στις 3 Μαΐου 1962 στη Βόννη, μεγάλωσε στην Κολωνία και σπούδασε στο Παρίσι και τη Ρώμη όπου έλαβε, αντίστοιχα, μεταπτυχιακό και στη συνέχεια διδακτορικό δίπλωμα στη φιλοσοφία, μαθητής του Mario Perniola, όντας σήμερα καθηγητής φιλοσοφίας στην Ιταλία.
Η σχολή της κριτικής της αξίας (Wertkritik) που κατατάσσεται από πολλούς στο ευρύτερο ρεύμα του μετα-μαρξισμού επικρίνει τα θεμέλια της καπιταλιστικής κοινωνίας, ακολουθώντας τις παραδόσεις της Σχολής της Φρανκφούρτης και της κριτικής θεωρίας όπως αναπτύχθηκε από τον Max Horkheimer και τον Theodor Adorno. Διαμορφώθηκε από την ομάδα συζήτησης (Krisis - Gruppe ή Crisis Group) που σχηματίστηκε το 1986 στη Νυρεμβέργη, από γερμανούς αριστερούς ριζοσπάστες διανοούμενους και ακτιβιστές, ως «θεωρητικό φόρουμ για μια ριζοσπαστική κριτική της καπιταλιστικής κοινωνίας» που εξέδιδε και το ομώνυμο θεωρητικό περιοδικό.
Η κριτική της αξίας, στον αντίποδα του αρχικού θεωρητικού εγχειρήματος του Louis Althusser και της ομάδας του, υιοθετεί κρίσιμες πτυχές των κριτικών του Μαρξ για το φετιχισμό του εμπορεύματος, της εμπορευματικής παραγωγής και της αξίας, επικρίνοντας παράλληλα τη θεωρία του Μαρξ για την ταξική πάλη και τον ιστορικό υλισμό,. Ως αποτέλεσμα, οι υποστηρικτές της Κριτικής Αξίας πιστεύουν ότι η εργατική τάξη δεν είναι απαραίτητα επαναστατικό υποκείμενο. Αντίθετα, επισημαίνεται ότι η εργασία πρέπει να νοηθεί ως μια ιδιαίτερη ιστορική οντότητα και ότι η κριτική του καπιταλισμού προϋποθέτει όχι μόνο την κριτική της διαδικασίας διανομής, αλλά και την καπιταλιστική παραγωγική διαδικασία και τις παραγωγικές δυνάμεις. Από αυτό, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι όλοι οι υπάρχοντες σοσιαλισμοί μέχρι στιγμής ήταν ουσιαστικά μορφές κρατικού καπιταλισμού, όπου η παραγωγή ακολουθούσε τις καπιταλιστικές αρχές. Αυτή η ερμηνεία, που απορρίπτει την παραδοσιακή μαρξιστική άποψη, υπερασπίζεται το Μανιφέστο κατά της Εργασίας.
Ανασύρουν μέσα από μια νέα ανάγνωση του Κεφαλαίου, ιδιαίτερα του Πρώτου Τόμου, ένα «άλλο», «εσωτερικό» Μαρξ, διαφορετικό από εκείνον του παραδοσιακού μαρξισμού, στις ποικίλες παραλλαγές του, και του εργατικού κινήματος, χωρίς να διεκδικούν μια νέα ορθοδοξία, μια αυθεντικότητα, ή ένα ρηξικέλευθο αναθεωρητισμό.
Ο όμιλος Κρίση υποστηρίζει ότι υπάρχει διάκριση μεταξύ μιας «εξωτερικής» και μιας «εσωτερικής» ανάλυσης του καπιταλισμού στα γραπτά του Μαρξ. Η «εξωτερική» ανάλυση του Μαρξ (που συνδέεται με τα πρώτα του έργα) είναι μια κριτική του καπιταλισμού από την άποψη της εργασίας ή της εργατικής τάξης, μια άποψη που οδηγεί αναπόφευκτα σε μια έμφαση στον αγώνα μεταξύ καπιταλιστών και εργάτων και στην αναδιανομή του πλούτου, ως στόχο της ταξικής πάλης. Η «εσωτερική» ανάλυση του καπιταλισμού του Μαρξ από την άλλη πλευρά είναι μια κριτική της ιστορικά συγκεκριμένης μορφής που η εργασία και ο πλούτος αναλαμβάνουν στον καπιταλισμό – της αφηρημένης εργασίας και της (ανταλλακτικής) αξίας. Επιπλέον, εντοπίζει την κυριαρχία στον καπιταλισμό με αυτές τις ιστορικά καθοριστικές μορφές, και όχι με τις τάξεις ή τα άτομα που προσδίδουν πλεονάζουσα εργασία και πλούτο από τις εργατικές τάξεις. Στο Μανιφέστο ενάντια στην Εργασία, διαφωνούν με την παραδοσιακή μαρξιστική αντίληψη της ταξικής πάλης ως κινητήριας δύναμης της ιστορίας. Σύμφωνα με την ομάδα Κρίση, δεν υπάρχει ζήτημα τάξης. Ο αγώνας ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αστική τάξη δεν είναι ένας αγώνας μεταξύ μιας επαναστατικής τάξης και του καταπιεστή της, αλλά μάλλον ένας αγώνας ανάμεσα σε δύο αντιτιθέμενα συμφέροντα που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του καπιταλισμού και αποτελούν ένα ενιαίο «στρατόπεδο εργασίας». Σε αντίθεση με τον παραδοσιακό μαρξισμό, ισχυρίζονται ότι ο αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό δεν είναι ο αγώνας για την απελευθέρωση της εργασίας αλλά μάλλον ένας αγώνας για απελευθέρωση από την εργασία.
Το 2004 ο όμιλος Krisis διασπάστηκε και ο Robert Kurz και η σύζυγός του Roswitha Scholz μαζί με αρκετά μέλη του συντακτικού προσωπικού σχημάτισαν το Exit! Ο κύριος εμψυχωτής της ομάδας Robert Kurz, φιλόσοφος, κοινωνικός κριτικός, δημοσιογράφος και συντάκτης των περιοδικών Marxistische Kritik (Μαρξιστική κριτική) Krisis και Exit!, που γεννήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 1943 στη Νυρεμβέργη σε γερμανική εργατική οικογένεια, και σπούδασε φιλοσοφία, ιστορία και παιδαγωγική στο πανεπιστήμιο του Erlangen χωρίς να λάβει πτυχίο, ήταν ένας από τους σημαντικότερους θεωρητικούς της κριτικής της αξίας στη Γερμανία. Υπήρξε μέλος του KABD (Κομμουνιστική Ένωση Εργαζομένων της Γερμανίας, που αργότερα μετονομάσθηκε σε Μαρξιστικό - Λενινιστικό Κόμμα Γερμανίας, μαοϊκής κατεύθυνσης) κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, αλλά στη συνέχεια παραιτήθηκε λόγω της κριτικής του στην ηγεσία. Πέθανε στη Νυρεμβέργη στις 18 Ιουλίου 2012 από τις παρενέργειες μιας εγχείρησης.
Οι επεξεργασίες της σχολής συνδέονται ποικιλοτρόπως με παλαιότερες αντιπαραθέσεις στους κόλπους του μαρξιστικού υποδείγματος, που αφορούν τις αντιφάσεις του έργου του Μαρξ και ιδιαίτερα εκείνες π. χ. μεταξύ Πρώτου και Τρίτου Τόμου του Κεφαλαίου, που αφορούν την αξία, το μετασχηματισμό των αξιών σε τιμές παραγωγής, τις κρίσεις του καπιταλισμού και τα όριά του, τις διεξόδους του, το ρόλο του χρήματος και τις διαχρονικές μεταμορφώσεις του, τον ιμπεριαλισμό κ.ό.κ. (βλ. L. Von Borgievich, M. Tugan - Baranovsky, Rudorf Hilferding, Roza Luxembourg, Henryk Grossman). Συνεχίζουν με ένα άλλο τρόπο, μια ανάλυση που ξεκίνησε ο Issak illich Rubin με το έργο του «Essays on Marxs Theory of Value» (1928).    
Μπορεί αυτές οι συζητήσεις που διακόπηκαν με την επικράτηση του σοβιετικού μαρξισμού - σταλινισμού να φαίνονται ως σχολαστικισμός, για να επανέλθουν στις ακαδημαϊκές αίθουσες του «δυτικού μαρξισμού» από τη δεκαετία του ’60 ιδίως, αφορούν όμως σημαντικά στοιχεία της θεωρίας με φιλοσοφικές προεκτάσεις – ντετερμινισμός, αναγωγισμός, οικονομισμός, εξελικτισμός, με πρακτικές επιτπώσεις για τις επικρατούσες στο αγωνιστικό κίνημα αντιλήψεις.
Η αντίληψη αυτή της κριτικής της αξίας και της εργασίας, μέσα από την ανάλυση του φετιχισμού του εμπορεύματος, οδήγησε και σε μια ανάγνωση των καθεστώτων του κρατικού καπιταλισμού, η οποία επικέντρώθηκε στο γεγονός της διατήρησης σ’ αυτά της αξίας, του εμπορεύματος και του χρήματος, και επομένως και του κοινωνικού φαντασιακού ως θεμελιωδών καπιταλιστικών σχέσεων.    
Συνδέονται επίσης με μια ανάγνωση της καπιταλιστικής κρίσης ως αδυναμίας πραγματοποίησης της αξίας και τη διόγκωση της χρηματοπιστωτικής σφάιρας, αυτό που λέγεται χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός, ως κυριαρχία του πλασματικού κεφαλαίου που δημιουργεί η πίστωση και το χρέος, αναβάλλοντας την ενδόρηξη του συτήματος, δημιουργώντας ωστόσο νέες αντιφάσεις και κρισιακά φαινόμενα, την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης, φαινόμενα που έχουν άμεση σχέση με τις σημερινές συνθήκες που βιώνουμε, από τη δεκαετία του ’70, μετά το τέλος της «ένδοξης εποχής» της μεταπολεμικής ανάπτυξης και σταθερότητας του καπιταλισμού.
Γιάννης Δουλφής



Anselm Jappe Ο φετιχισμός του εμπορεύματος


Ο Μαρξ τόνισε πριν απ’ όλα τον αποφασιστικό ρόλο των πραγμάτων και των αντικειμένων που παράγονται στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Από εδώ απορρέει η έννοια του φετιχισμού των εμπορευμάτων.
Το πρώτο κεφάλαιο του Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος, που δημοσιεύθηκε το 1848, ξεκινά με αυτές τις φημισμένες λέξεις: «Η ιστορία κάθε κοινωνίας μέχρι σήμερα είναι η ιστορία της ταξικής πάλης». Ακόμη και σήμερα, η πρώτη έννοια που μια μεγάλη πλειοψηφία συνδέει με το όνομα του Karl Marx είναι ασφαλώς αυτό της «ταξικής πάλης». Ο ταξικός αγώνας αμέσως ανακαλεί στη σκέψη μας το προλεταριάτο, κυρίως αυτό των εργοστασίων.
Υπάρχουν αναγνώσεις του έργου του Μαρξ, οι οποίες, επιμένοντας στην επικαιρότητα του, ευνοούν πτυχές διαφορετικές από αυτές που αναφέρονται συνήθως. Αυτές οι προσεγγίσεις έχουν επί μακρόν επικεντρωθεί στο ζήτημα της «αλλοτρίωσης», [ή «αποξένωσης»] μια θεματική που αναπτύχθηκε κυρίως στα έργα της νεότητας του Μαρξ. Πρόκειται λοιπόν να μην καταγγέλλουμε μόνο την οικονομική εκμετάλλευση, αλλά το σύνολο των συνθηκών διαβίωσης που δημιουργεί ο καπιταλισμός.
«Μυστικό», «μυστηριακό», «ιερογλυφικό»
Τις τελευταίες δεκαετίες, την προσοχή των κριτικών μαρξιστών συχνά έχει προσελκύσει η έννοια του «φετιχισμού του εμπορεύματος». Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται συχνά στο τρέχοντα λόγο, αλλά για να παραπέμψει ασαφώς σε ένα είδος υπερβολικής λατρείας των εμπορευμάτων και αφορά μάλλον την ψυχολογία του καταναλωτή. Στον Μαρξ, ο όρος «φετιχισμός» έχει πολύ ευρύτερο και βαθύτερο νόημα. Υπάρχουν αναφορές στο φετιχισμό σε όλο το έργο του από τα πρώτα του, ακόμη, άρθρα.
Είναι ωστόσο, στο τέλος του πρώτου κεφαλαίου του Κεφαλαίου, που δημοσιεύθηκε το 1867, που παρέχεται η πιο λεπτομερής προσέγγιση σε ένα υποκεφάλαιο με τίτλο «Ο φετιχιστικός χαρακτήρας του εμπορεύματος και το μυστικό του». Αυτές οι λίγες σελίδες συνδυάζουν φιλοσοφικές σκέψεις, ιστορικές αναφορές και λογοτεχνικές παραπομπές, σε ένα παιχνιδιάρικο στυλ που παραπέμπει σε παράδοξες διατυπώσεις όπως «αισθητό, υπεραισθητό» και όπου εμφανίζονται οι λέξεις: «μυστικό», «μυστηριώδες», «αινιγματικό»,  «ιερογλυφικό», «μυστικισμός», «φανταστική μορφή» κ.λπ. Αυτοί οι όροι καθιστούν σαφές ότι ο Μαρξ εισέρχεται εδώ σε μια terra incognita του στοχασμού. Μια άλλη αντιμετώπιση του φετιχισμού βρίσκεται στο τέλος του Βιβλίου ΙΙΙ του Κεφαλαίου.
Ο φετιχισμός, με ένα πολύ γενικότερο νόημα, καθιερώνεται από το γεγονός ότι, στην εμπορευματική κοινωνία, οι σχέσεις μεταξύ προσώπων παρουσιάζονται ως σχέσεις μεταξύ πραγμάτων. Και οι σχέσεις μεταξύ των πραγμάτων παρουσιάζονται ως σχέσεις μεταξύ ανθρώπων (βλ. Πλαίσιο στη σελίδα 31). Αυτή η έννοια έχει προκαλέσει πολύ διαφορετικές ερμηνείες. Σύμφωνα με τους παραδοσιακούς μαρξιστές, που συνδέονται με το εργατικό κίνημα, ο Μαρξ καταγγέλλει μια μυστικοποίηση των αληθινών καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής: η εκμετάλλευση του εργαζόμενου αποκρύπτεται - καλύπτεται - πίσω από μια φαινομενικά αντικειμενική σχέση μεταξύ των «συντελεστών παραγωγής», πρωτίστως το κεφάλαιο, την εργασία και τη γη. Ο φετιχισμός θα αποτελούσε μια μορφή απολογητικής ιδεολογίας. Θα μπορούσε, δηλαδή, κανείς να πει: εξαπάτησης.
Ένας περιορισμένος αριθμός μαρξιστών, από τον Georg Lukacs στη δεκαετία του 1920, περνώντας στους συγγραφείς της σχολής της Φραγκφούρτης και τους καταστασιακούς, άνοιξαν το δρόμο για μια σύγχρονη ερμηνεία που δίνει μεγάλη σημασία στον φετιχισμό. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση της «κριτικής της αξίας». 1
Η αξία που δημιουργείται από την αφηρημένη εργασία
Από αυτή την άποψη, η έννοια του φετιχισμού είναι ένας από τους άξονες όλης της κριτικής της πολιτικής οικονομίας του Μαρξ. Μπορούμε μάλιστα να μιλάμε για μια ταυτότητα μεταξύ της θεωρίας της αξίας και της θεωρίας του φετιχισμού. Ο Μαρξ εισάγει τον φετιχισμό αφού έχει αναλύσει - στην αρχή του Κεφαλαίου - τις βασικές κατηγορίες του καπιταλισμού: το «εμπόρευμα» το οποίο, πλάι στη χρηστική του αξία, διαθέτει μια «αξία» που αντιπροσωπεύεται στο «χρήμα» αλλά που δημιουργείται από την «αφηρημένη εργασία», ή πιο συγκεκριμένα από την «αφηρημένη πλευρά της εργασίας».
Στον καπιταλισμό, η εργασία δεν λαμβάνεται υπόψη κοινωνικά για τη χρησιμότητά της, αλλά για το χρόνο που χρειάζεται για να εκτελεστεί, ανεξάρτητα από το περιεχόμενό της. Κάθε εργασία έχει ταυτόχρονα δύο πλευρές - παράγει κάτι, ένα αντικείμενο ή μια υπηρεσία και ως τέτοια κάθε εργασία είναι διαφορετική από τις άλλες. Αλλά ως δαπάνη της ανθρώπινης ενέργειας που μετράται με το χρόνο, όλα τα έργα είναι ίσα ’ διακρίνονται μόνο από την ποσοτική τους πλευρά.
Συγκεκριμένα, ένα μπουκάλι κρασί και ένα τραπέζι είναι πολύ διαφορετικά. Από την αφηρημένη τους πλευρά, η μόνη διαφορά τους έγκειται στο γεγονός ότι το μπουκάλι αντιπροσωπεύει, ας πούμε, μισή ώρα εργασίας και το τραπέζι μία ώρα. Στην πραγματικότητα, όσο λιγότερος χρόνος παραγωγής χρειάζεται για ένα εμπόρευμα (και για τα συστατικά του), τόσο μικρότερη είναι η αξία του (και τόσο λιγότερο κοστίζει).
Η αληθινά επαναστατική πτυχή - συχνά υποτιμημένη από τους ίδιους τους μαρξιστές - αυτής της ανάλυσης δεν είναι να αντιληφθούμε το χρήμα και την αξία, το εμπόρευμα και το χρήμα, ως «εμφανείς» ή «φυσικούς» παράγοντες που υπάρχουν σε κάθε κάπως  «εξελιγμένη» κοινωνία. Ο Μαρξ καταδεικνύει ότι είναι μάλλον ιδιαίτερα στοιχεία στον καπιταλισμό και επίσης καθιερώνει τον καταστροφικό χαρακτήρα τους.
Σε μια κοινωνία που βασίζεται σε αυτές τις κατηγορίες, δεν μπορεί να υπάρξει συνειδητός έλεγχος της οικονομίας. Οι άνθρωποι βλέπουν τα εμπορεύματα που έχουν δημιουργήσει και τις αλληλεπιδράσεις τους (τις τιμές, την αγορά, τις κρίσεις κ.λπ.) ως θεότητες που τους κυβερνούν. Η ειρωνική αναφορά στη θρησκεία που περιέχεται στην έννοια του φετιχισμού βρίσκει το πλήρες νόημά της: ο άνθρωπος υποκλίνεται απέναντι στα πράγματα που δεν γνωρίζει ότι είναι τα δικά του προϊόντα. Ταυτόχρονα, δεν είναι κάτι μοιραίο΄ αυτή η υποταγή του ανθρώπου στα προϊόντα του είναι το αποτέλεσμα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (ακόμα και αν επεκτείνει τις προηγούμενες μορφές φετιχισμού, ιδιαίτερα θρησκευτικές).
Στο φετιχισμό του εμπορεύματος - ο οποίος είναι αδιαχώριστος από την ίδια την καπιταλιστική κοινωνία και θα εξαφανιστεί μόνο με αυτή - η συγκεκριμένη πλευρά των προϊόντων, των έργων και τελικά κάθε εκδήλωσης της ανθρώπινης ζωής τοποθετείται στη δεύτερη θέση, πίσω από την «ποσοτική» πλευρά. Η συγκεκριμένη πλευρά είναι μόνο ο «φορέας», η «αναπαράσταση», η «ενσάρκωση» μιας αόρατης, αφηρημένης και πάντα ισότιμης ουσίας: της εργασίας που ανάγεται στη μοναδική χρονική της διάσταση.
Η αξία περιέχει την υπεραξία - αυτή που δίνει το κέρδος - η αναζήτηση του οποίου παρακινεί τους καπιταλιστές. Ωστόσο, ο Μαρξ δεν κάνει μια ηθική κριτική: η «δίψα για κέρδος» είναι μόνο ένας από τους τροχούς των εργαλείων.
Αυτό που διακρίνει την φετιχιστική κοινωνία είναι ο ανώνυμος και αυτόματος χαρακτήρας της. Όλα τα δρώντα υποκείμενα απλώς εκτελούν νόμους που έχουν δημιουργηθεί «πίσω από την πλάτη τους». Η αγορά θα σταματήσει την παραγωγή παιχνιδιών και θα προκρίνει την παραγωγή βομβών, αν η τελευταία προσφέρει περισσότερα κέρδη, χωρίς να λάβει υπόψη τη «συγκεκριμένη» πλευρά και τις συνέπειές της. Πράγματι, η φετιχιστική λογική παρακάμπτει με μια αφαίρεση - τη συγκεκριμένη διαφορά μεταξύ της βόμβας και του παιχνιδιού. συγκρίνει μόνο δύο ποσότητες αφηρημένης εργασίας. Εάν ένας καπιταλιστής, λόγω ενδοιασμών, αρνιόταν αυτή τη λογική, θα απομακρυνόταν γρήγορα από την αγορά. Τα «αισθητά» (συγκεκριμένα) αγαθά υπόκεινται στον αόρατο «υπεραισθητό» χαρακτήρα τους, που δίνεται από την αφηρημένη εργασία.
Μια εξήγηση της οικολογικής κρίσης
Πολύ πριν γίνει μια ταξική κοινωνία εκμετάλλευσης, ο καπιταλισμός είναι ήδη, σε βαθύτερο και διαρθρωτικό επίπεδο, μια παράλογη, καταστροφική και αυτοκαταστροφική κοινωνία, επειδή η αφηρημένη - μη ανθρώπινη πλευρά - επικρατεί στην άλλη πλευρά, τη συγκεκριμένη και ανθρώπινη. Τα ανθρώπινα όντα υστερούν σε σχέση με τα πράγματα που παράγουν και τον έλεγχο των οποίων έχουν χάσει. Καμία συνειδητή συμφωνία δεν είναι δυνατή, ούτε καν μεταξύ των καπιταλιστών: κάθε παράγοντας παράγει μεμονωμένα και μόνο κατά την ανταλλαγή στην αγορά τα προϊόντα του αποκτούν εκ των υστέρων μια κοινωνική διάσταση και δημιουργούν έναν «κοινωνικό δεσμό».
Η θεωρία του φετιχισμού μπορεί να εξηγήσει, μεταξύ άλλων, ένα φαινόμενο που ο Μαρξ δεν μπορούσε ακόμη να γνωρίζει καλά: την οικολογική κρίση. Τον συνεχώς αυξανόμενο ρόλο της τεχνολογίας και των κερδών της παραγωγικότητας, που επιτρέπουν να μειωθεί η εργασία που απαιτείται για ένα συγκεκριμένο εμπόρευμα, έτσι ώστε να μειώνεται και η αξία και η υπεραξία που εμπεριέχει. Η μόνη λύση - και η οποία είναι μόνο προσωρινή - είναι η παραγωγή μεγαλύτερων ποσοτήτων του εν λόγω εμπορεύματος και η δημιουργία ισοδύναμης ζήτησης. Το πρόβλημα είναι ότι η κατανάλωση πόρων και ενέργειας αυξάνεται εκθετικά, μόνο για να αποφευχθεί η μείωση της συνολικής ποσότητας της αξίας. Επομένως, η θεωρία του φετιχισμού εμπεριέχει μια θεωρία της κρίσης, τόσο οικονομικής όσο και οικολογικής.
Η κοινωνία μπορεί να πάρει πίσω το πεπρωμένο της
Η θεωρία του φετιχισμού δεν απαλλάσσει τους ανθρώπους, και κυρίως τις άρχουσες τάξεις, από τις ευθύνες τους. Επιμένει, ωστόσο, σε μια άλλη πτυχή: το μεγάλο ελάττωμα του καπιταλισμού συνίσταται στο γεγονός ότι οι άνθρωποι είναι μόνο οι διεκπεραιωτές μιας λογικής που μοιάζει να ενυπάρχει στα πράγματα, αλλά η οποία, στην πραγματικότητα, είναι το αποτέλεσμα ανθρώπινων ενεργειών. Η αποχώρηση από τον φετιχισμό συνεπώς σημαίνει ότι η κοινωνία παίρνει τις τύχες της στα χέρια της. Αλλά αυτό δεν θα είναι δυνατό χωρίς να εγκαταλείψουμε τα ίδια τα θεμέλια του φετιχισμού: το χρήμα και την εργασία, το εμπορεύμα και την αξία. Τεράστιο έργο! Δεν θα το συνειδητοποιήσουμε σε μια μέρα.
Βλέπουμε, ωστόσο, ότι αυτές οι κατηγορίες διαλύονται σιγά - σιγά παντού: η κοινωνία της εργασίας δεν έχει πλέον πολλή εργασία να προσφέρει, και το «πραγματικό» χρήμα (αντί του «πλασματικού κεφαλαίου» της πίστωσης, όπως το αποκαλεί ο Μαρξ) αρχίζει να σπανίζει. Στο κεφάλαιο για τον φετιχισμό, ο Μαρξ αναφέρει ότι απαιτείται «για την αλλαγή, μια ένωση ελεύθερων ανθρώπων, που εργάζονται με συλλογικά μέσα παραγωγής και συνειδητά ξοδεύουν τις πολυάριθμες μεμονωμένες εργασιακές τους δυνάμεις ως ενιαία κοινωνική εργασιακή δύναμη». Θα ήταν μια μετά-φετιχιστική κοινωνία.
Anselm Jappe
1. Voir Moishe Postone, Temps, travail et domination sociale, Mille et une nuits, 2009; Robert Kurz, Lire Marx, La Balustrade, 2012; Robert Kurz, Vies et mort du capitalisme. Chroniques de la crise, Lignes, 2011; Moishe Postone, Critique du fétiche capital. Le capitalisme, l’antisémitisme et la gauche, PUF, 2013; Norbert Trenkle et Ernst Lohoff, La Grande dévalorisation. Pourquoi la spéculation et la dette de l’Etat ne sont pas les causes de la crise, Post-éditions, 2014; Anselm Jappe, Les aventures de la marchandise. Pour une critique de la valeur, La Découverte 2017; Anselm Jappe, La société autophage. Capitalisme, démesure et autodestruction, La Découverte, 2017; Robert Kurz, Impérialisme d’exclusion et état d’exception, Editions Divergences, 2018
Άρθρο δημοσιευμένο στο αφιερωματικό τεύχος του ριζοσπαστικού περιοδικούAlternatives économiques, «Dossier - Marx l' incontournable» n° 103, avril 2018.
1. Το περιοδικό Alternatives économiques [οικονομικές εναλλακτικές λύσεις] είναι ένα μηνιαίο περιοδικό που ασχολείται με οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα. Οι συντάκτες του, πέραν αυτών της σύνταξης, είναι ακαδημαϊκοί που κινούνται στο πλαίσιο των νεοκεϋνσιανών, μετακεϋνσιανών, της θεωρίας της ρύθμισης και του μαρξισμού με οικολογικές ανησυχίες. Με οικονομικό ιδίως περιεχόμενο, ειδήσεις και αναλύσεις με κριτική προσέγγιση, πρόδρομος της αντιμονόδρομης σκέψης, υπερασπίζεται μια πολιτική γραμμή στα αριστερά του πολιτικού φάσματος και κατά του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης. Ιδρύθηκε το 1980 και διευθύνθηκε από μια χούφτα ακαδημαϊκών, ομαδοποιημένων γύρω από τον από το στρατευμένο οικονομολόγο Denis Clerc από το μηδέν. Από το πρώτο τεύχος του Νοεμβρίου 1980 με 2.000 αντίτυπα, οι πωλήσεις του αυξάνονται έκτοτε συνεχώς τουλάχιστον κατά 10% ετησίως για να φθάσουν σε περισσότερα από 1.000.000 αντίτυπα ετησίως.
2. Στα ελληνικά έχει εκδοθεί από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ το εξαντλημένο βιβλίο ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ, που περιλαμβάνει τα κείμενα: GRUPPE KRISIS - ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ, NORBERT TRENKLE - ΚΛΥΔΩΝΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΓΟΡΑ και ANSELM JAPPE - ΠΙΣΤΩΣΗ ΕΠΙ ΘΑΝΑΤΟΥ. Από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ έχει εκδοθεί το βιβλίο του Anselm Jappe ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΣΤΟΝ ΑΝΤΟΡΝΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΝΤΕΜΠΟΡ ενώ από τις εκδόσεις ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ το βιβλίο του για τον ΓΚΥ ΝΤΕΜΠΟΡ.   

Μετάφραση: Γιάννης Δουλφής  



Δεν υπάρχουν σχόλια: