Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2020

Ανταγωνισμός ή συμβιωτικότητα; Δοκιμή ιστορικο - φιλοσοφικής ποδηλασίας



Γιάννης Δουλφής 06/05/2019
Οι ανθρώπινες κοινωνίες κινήθηκαν μέχρι σήμερα σε ένα εκκρεμές μεταξύ συμμβιωτικότητας και ανταγωνισμού μεταξύ των ανθρώπων για την συντήρηση και επιβίωσή τους.
Από τις κοινωνίες «χωρίς κράτος» των τροφοσυλλεκτών και κυνηγών μέχρι τη στροφή στην καλλιέργεια της γης και τις αγροτικές κοινωνίες επικρατούσε η συμβιωτικότητα έναντι του ανταγωνισμού των ατόμων και των κοινωνικών ομάδων.
Στη μεσογειακή λεκάνη – για να αναφερθούμε, κυρίως στο παράδειγμα της Δύσης – αναδύθηκαν αυτοκρατορίες με κυρίαρχες κάστες, που εγκατέστησαν φοροκρατικά συστήματα για την αναπαραγωγή τους, επιβάλλοντας ένα πλεόνασμα του κοινωνικού προϊόντος που αποσπάται από τους πληθυσμούς και τις ανάγκες της επιβίωσής τους, μοναδική σχεδόν υλική τους μέριμνα μέχρι τότε. Μέριμνα που τη συνδύαζαν με ένα πολιτισμό, με γιορτές, μύθους και απαγορεύσεις κυριαρχίας εντός τους. Δεν κατέστη εν τούτοις δυνατό να εμποδίσουν την εμφάνιση ατόμων και ομάδων που θα διαχωρισθούν και θα επιβάλουν την κυριαρχία τους.
Τη διάλυση αυτών των αυτοκρατοριών διευκόλυνε η επέλαση των βάρβαρων κατακτητικών φύλων που επέδρασαν κατά κύματα και κυριάρχησαν σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο, για να συνεχίσουν την επέκταση σε όλο τον κόσμο μέσα από ένα αποικισμό και την γενοκτονία των αυτοχθόνων πληθυσμών των απομακρυσμένων μέχρι τότε περιοχών του.
Από τις ρωμαϊκές λεγεώνες στις ορδές του Αλάριχου, οι πατρίκιοι και οι φεουδάρχες άρχοντες που τους υποκατέστησαν κράτησαν υποταγμένους τους αγροτικούς πληθυσμούς, με τη συνέχιση του φοροκρατικού συστήματος που κατακερματίστηκε στα φέουδα για να συντηρήσει τους ίδιους πλουσιοπάροχα, τις αυλές, τους πολέμαρχους ιππότες και τους πολεμιστές στρατιώτες που τα υπεράσπιζαν. Οι νέες πόλεις στα σπλάχνα του αγροτικού κόσμου, με την ανάδυση μιας σειράς δραστηριοτήτων παραγωγής και εμπορίου ενισχύθηκαν από τις ανάγκες της κοινωνικής αυτής ομάδας των πολεμιστών. Κι έτσι είδαμε την ανάδυση του τεχνίτη, του μάστορα, της μεταποιητικής δραστηριότητας και του εμπόρου, η δράση του οποίου έγινε σταδιακά κεντρική και με την αποικιοποίηση του κόσμου, όπου η μορφή του πρωτοστάτησε και το με υπερπόντιο μεγάλης κλίμακας εμπόριο συσσώρευσε μεγάλο χρηματικό πλούτο.
Η πρωταρχική συσσώρευση, που είχε τη μια διάστασή της στην αξιοποίηση του χρηματικού αυτού πλούτου, είχε την ανάγκη του ξεριζωμού των αγροτικών πληθυσμών, που θα αποτελούσαν την πρώτη ύλη για την ανάπτυξη μιας μεγάλης βιομηχανίας με τη συγκέντρωση των δραστηριοτήτων της μικρής βιοτεχνίας υπό την αιγίδα των κατόχων του χρήματος και την μίσθωση της εργασιακής ικανότητας των ξεριζωμένων, στερημένων μέσων επιβίωσης αγροτικών στρωμάτων.
Έτσι η μορφή του εμπόρου έδωσε την πρωτοκαθεδρία στη μορφή του βιομήχανου – του καπιταλιστή, του αστού – ενώ οι ενοποιητικές τάσεις που είχαν ανάγκη οι αγορές οδήγησε στο συγκεντρωτικό, απολυταρχικό κράτος και στη μορφή του βασιλιά ή του νέου αυτοκράτορα.
Το νέο διανοητικό τοπίο που άνοιξε ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός προετοίμασε και εξέφρασε συνάμα τη νέα θέαση του κόσμου για την κυριάρχησή του από τον «παντοδύναμο άνθρωπο» με την εργαλειακή και ωφελιμιστική του ορθολογικότητα. Ο «παντοδύναμος άνθρωπος» μετά την ανακήρυξη «του θανάτου του θεού» και την αποϊεροποίηση της φύσης αποδόθηκε αδέσμευτος, ως homo sapiens με την επιστήμη, ως homo faber με την τεχνική και ως homo oeconomicus με το εμπόρευμα στην αέναη πρόοδο, διαχωρίζοντας ρόλους και επιβάλλοντας το νέο πνεύμα στα συγκεκριμένα ανθρώπινα σώματα, χωρίς μέτρο και χωρίς φραγμούς. Η αμετροέπεια και η αλαζονεία διαμόρφωσε την επίγεια εξουσία του, ενσαρκωμένη στο κράτος. Ο Descartes με τον λογοκεντρισμό, ο Hume και ο Locke με τον ατομοκεντρικό φιλελευθερισμό,  ο Kant της άψυχης ορθοπρακτικής κριτικής, ο Adam Smith με την ελευθερία της αγοράς και το αόρατο χέρι της κοινωνικής της αρμονίας, ο Bentham με τον ωφελιμιστικό ευδαιμονισμό του και ο Hegel που έγραψε το τέλος της ιστορίας με την επικράτηση της ιδεοκρατικής διαλεκτικής στο δεσποτικό κράτος, έβαλαν τη σφραγίδα του πνεύματος της νέας εποχής, συνθέτοντας τον καμβά του ορθολογικού εγωκεντρικού ατόμου και του κοινωνικού του συμβολαίου με το κράτος. Η αυτοπεποίθηση του λόγου με την εξορία του ουράνιου θεού ή των «θεϊκών» φυσικών δυνάμεων, αποτέλεσε το ενοποιητικό στοιχείο της ρήξης του αστερισμού των διανοητών του, με την παρελθούσα σκέψη και το προηγούμενο κοινωνικό φαντασιακό. Με την αυτοπεποίθηση του λόγου προσπάθησαν να εξορίσουν το τραγικό στοιχείο από την ανθρώπινη ύπαρξη, που επανέφερε στην επιφάνεια και πάλι ο Shakespeare, η νέα ενσάρκωση της αρχαίας τραγωδίας.
Από το χομπσιανό ισχυρό Λεβιάθαν που επιβάλλει την ειρήνευση, τιθασεύοντας την ανταγωνιστική ανθρώπινη ύπαρξη του πολέμου όλων εναντίον όλων μέχρι το ρουσσωϊκό της αντίποδα της γενικής βούλησης μέσα από μια αντιπροσώπευση αυστηρών περιοριστικών κανόνων, το κράτος και ο νόμος του αποτέλεσαν ως συνέχεια της ρωμαϊκής res publica, το «φιλελεύθερο» πλαίσιο της κυριαρχίας μιας ολιγαρχίας. Ουδεμία σχέση με την αρχαία Αθηναϊκή δημοκρατία – που σε μια ορισμένη ιστορική στιγμή στα πλαίσια του αρχαίου κόσμου έγινε δυνατή η ανάδυση της, ως εξαιρετικό, διαφορετικό παράδειγμα σύμπραξης και συνύπαρξης μέσω του θεσμίζοντος σώματος των πολιτών – πέραν του ονόματος.


Anselm Jappe Ο φετιχισμός του εμπορεύματος

Θεωρώντας την ανάδειξη της έννοιας και της ανάλυσης του φετιχισμού του εμπορεύματος, μιας εκ των σημαντικότερων συμβολών του Μαρξ - στο Κεφάλαιο - ως θεμελιακής κατηγορίας ανάλυσης του καπιταλισμού, που υπερβαίνει τόσο τις «αντικειμενιστικές» όσο και τις «υποκειμενιστικές» αναγνώσεις των αντιφατικών ούτως ή άλλως έργων του, ξεπερνώντας τις παραδοσιακές διαιρέσεις υποκείμενο/αντικείμενο, υλισμός/ιδεαλισμός και ανοίγωντας δρόμους για τις προϋποθέσεις υπέρβασής του, από μια άλλη κοινωνική μορφή, ως ένα πολύ σημαντικό εγχείρημα της επωνομαζόμενης σχολής κριτικής της αξίας, θεωρούμε σκόπιμη τη δημοσίευση του κειμένου αυτού.


O Anselm Jappe είναι σήμερα ένας από τους πλέον δραστήριους και παραγωγικούς εκπροσώπους της σχολής της κριτικής της αξίας ως μέλος του Krisis Groupe, μαζί με τον Norbert Trenkle, μετά το θάνατο του εξέχοντος εκπροσώπου της Robert Kunz. Γεννήθηκε στις 3 Μαΐου 1962 στη Βόννη, μεγάλωσε στην Κολωνία και σπούδασε στο Παρίσι και τη Ρώμη όπου έλαβε, αντίστοιχα, μεταπτυχιακό και στη συνέχεια διδακτορικό δίπλωμα στη φιλοσοφία, μαθητής του Mario Perniola, όντας σήμερα καθηγητής φιλοσοφίας στην Ιταλία.
Η σχολή της κριτικής της αξίας (Wertkritik) που κατατάσσεται από πολλούς στο ευρύτερο ρεύμα του μετα-μαρξισμού επικρίνει τα θεμέλια της καπιταλιστικής κοινωνίας, ακολουθώντας τις παραδόσεις της Σχολής της Φρανκφούρτης και της κριτικής θεωρίας όπως αναπτύχθηκε από τον Max Horkheimer και τον Theodor Adorno. Διαμορφώθηκε από την ομάδα συζήτησης (Krisis - Gruppe ή Crisis Group) που σχηματίστηκε το 1986 στη Νυρεμβέργη, από γερμανούς αριστερούς ριζοσπάστες διανοούμενους και ακτιβιστές, ως «θεωρητικό φόρουμ για μια ριζοσπαστική κριτική της καπιταλιστικής κοινωνίας» που εξέδιδε και το ομώνυμο θεωρητικό περιοδικό.
Η κριτική της αξίας, στον αντίποδα του αρχικού θεωρητικού εγχειρήματος του Louis Althusser και της ομάδας του, υιοθετεί κρίσιμες πτυχές των κριτικών του Μαρξ για το φετιχισμό του εμπορεύματος, της εμπορευματικής παραγωγής και της αξίας, επικρίνοντας παράλληλα τη θεωρία του Μαρξ για την ταξική πάλη και τον ιστορικό υλισμό,. Ως αποτέλεσμα, οι υποστηρικτές της Κριτικής Αξίας πιστεύουν ότι η εργατική τάξη δεν είναι απαραίτητα επαναστατικό υποκείμενο. Αντίθετα, επισημαίνεται ότι η εργασία πρέπει να νοηθεί ως μια ιδιαίτερη ιστορική οντότητα και ότι η κριτική του καπιταλισμού προϋποθέτει όχι μόνο την κριτική της διαδικασίας διανομής, αλλά και την καπιταλιστική παραγωγική διαδικασία και τις παραγωγικές δυνάμεις. Από αυτό, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι όλοι οι υπάρχοντες σοσιαλισμοί μέχρι στιγμής ήταν ουσιαστικά μορφές κρατικού καπιταλισμού, όπου η παραγωγή ακολουθούσε τις καπιταλιστικές αρχές. Αυτή η ερμηνεία, που απορρίπτει την παραδοσιακή μαρξιστική άποψη, υπερασπίζεται το Μανιφέστο κατά της Εργασίας.
Ανασύρουν μέσα από μια νέα ανάγνωση του Κεφαλαίου, ιδιαίτερα του Πρώτου Τόμου, ένα «άλλο», «εσωτερικό» Μαρξ, διαφορετικό από εκείνον του παραδοσιακού μαρξισμού, στις ποικίλες παραλλαγές του, και του εργατικού κινήματος, χωρίς να διεκδικούν μια νέα ορθοδοξία, μια αυθεντικότητα, ή ένα ρηξικέλευθο αναθεωρητισμό.
Ο όμιλος Κρίση υποστηρίζει ότι υπάρχει διάκριση μεταξύ μιας «εξωτερικής» και μιας «εσωτερικής» ανάλυσης του καπιταλισμού στα γραπτά του Μαρξ. Η «εξωτερική» ανάλυση του Μαρξ (που συνδέεται με τα πρώτα του έργα) είναι μια κριτική του καπιταλισμού από την άποψη της εργασίας ή της εργατικής τάξης, μια άποψη που οδηγεί αναπόφευκτα σε μια έμφαση στον αγώνα μεταξύ καπιταλιστών και εργάτων και στην αναδιανομή του πλούτου, ως στόχο της ταξικής πάλης. Η «εσωτερική» ανάλυση του καπιταλισμού του Μαρξ από την άλλη πλευρά είναι μια κριτική της ιστορικά συγκεκριμένης μορφής που η εργασία και ο πλούτος αναλαμβάνουν στον καπιταλισμό – της αφηρημένης εργασίας και της (ανταλλακτικής) αξίας. Επιπλέον, εντοπίζει την κυριαρχία στον καπιταλισμό με αυτές τις ιστορικά καθοριστικές μορφές, και όχι με τις τάξεις ή τα άτομα που προσδίδουν πλεονάζουσα εργασία και πλούτο από τις εργατικές τάξεις. Στο Μανιφέστο ενάντια στην Εργασία, διαφωνούν με την παραδοσιακή μαρξιστική αντίληψη της ταξικής πάλης ως κινητήριας δύναμης της ιστορίας. Σύμφωνα με την ομάδα Κρίση, δεν υπάρχει ζήτημα τάξης. Ο αγώνας ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αστική τάξη δεν είναι ένας αγώνας μεταξύ μιας επαναστατικής τάξης και του καταπιεστή της, αλλά μάλλον ένας αγώνας ανάμεσα σε δύο αντιτιθέμενα συμφέροντα που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του καπιταλισμού και αποτελούν ένα ενιαίο «στρατόπεδο εργασίας». Σε αντίθεση με τον παραδοσιακό μαρξισμό, ισχυρίζονται ότι ο αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό δεν είναι ο αγώνας για την απελευθέρωση της εργασίας αλλά μάλλον ένας αγώνας για απελευθέρωση από την εργασία.
Το 2004 ο όμιλος Krisis διασπάστηκε και ο Robert Kurz και η σύζυγός του Roswitha Scholz μαζί με αρκετά μέλη του συντακτικού προσωπικού σχημάτισαν το Exit! Ο κύριος εμψυχωτής της ομάδας Robert Kurz, φιλόσοφος, κοινωνικός κριτικός, δημοσιογράφος και συντάκτης των περιοδικών Marxistische Kritik (Μαρξιστική κριτική) Krisis και Exit!, που γεννήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 1943 στη Νυρεμβέργη σε γερμανική εργατική οικογένεια, και σπούδασε φιλοσοφία, ιστορία και παιδαγωγική στο πανεπιστήμιο του Erlangen χωρίς να λάβει πτυχίο, ήταν ένας από τους σημαντικότερους θεωρητικούς της κριτικής της αξίας στη Γερμανία. Υπήρξε μέλος του KABD (Κομμουνιστική Ένωση Εργαζομένων της Γερμανίας, που αργότερα μετονομάσθηκε σε Μαρξιστικό - Λενινιστικό Κόμμα Γερμανίας, μαοϊκής κατεύθυνσης) κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, αλλά στη συνέχεια παραιτήθηκε λόγω της κριτικής του στην ηγεσία. Πέθανε στη Νυρεμβέργη στις 18 Ιουλίου 2012 από τις παρενέργειες μιας εγχείρησης.
Οι επεξεργασίες της σχολής συνδέονται ποικιλοτρόπως με παλαιότερες αντιπαραθέσεις στους κόλπους του μαρξιστικού υποδείγματος, που αφορούν τις αντιφάσεις του έργου του Μαρξ και ιδιαίτερα εκείνες π. χ. μεταξύ Πρώτου και Τρίτου Τόμου του Κεφαλαίου, που αφορούν την αξία, το μετασχηματισμό των αξιών σε τιμές παραγωγής, τις κρίσεις του καπιταλισμού και τα όριά του, τις διεξόδους του, το ρόλο του χρήματος και τις διαχρονικές μεταμορφώσεις του, τον ιμπεριαλισμό κ.ό.κ. (βλ. L. Von Borgievich, M. Tugan - Baranovsky, Rudorf Hilferding, Roza Luxembourg, Henryk Grossman). Συνεχίζουν με ένα άλλο τρόπο, μια ανάλυση που ξεκίνησε ο Issak illich Rubin με το έργο του «Essays on Marxs Theory of Value» (1928).    
Μπορεί αυτές οι συζητήσεις που διακόπηκαν με την επικράτηση του σοβιετικού μαρξισμού - σταλινισμού να φαίνονται ως σχολαστικισμός, για να επανέλθουν στις ακαδημαϊκές αίθουσες του «δυτικού μαρξισμού» από τη δεκαετία του ’60 ιδίως, αφορούν όμως σημαντικά στοιχεία της θεωρίας με φιλοσοφικές προεκτάσεις – ντετερμινισμός, αναγωγισμός, οικονομισμός, εξελικτισμός, με πρακτικές επιτπώσεις για τις επικρατούσες στο αγωνιστικό κίνημα αντιλήψεις.
Η αντίληψη αυτή της κριτικής της αξίας και της εργασίας, μέσα από την ανάλυση του φετιχισμού του εμπορεύματος, οδήγησε και σε μια ανάγνωση των καθεστώτων του κρατικού καπιταλισμού, η οποία επικέντρώθηκε στο γεγονός της διατήρησης σ’ αυτά της αξίας, του εμπορεύματος και του χρήματος, και επομένως και του κοινωνικού φαντασιακού ως θεμελιωδών καπιταλιστικών σχέσεων.    
Συνδέονται επίσης με μια ανάγνωση της καπιταλιστικής κρίσης ως αδυναμίας πραγματοποίησης της αξίας και τη διόγκωση της χρηματοπιστωτικής σφάιρας, αυτό που λέγεται χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός, ως κυριαρχία του πλασματικού κεφαλαίου που δημιουργεί η πίστωση και το χρέος, αναβάλλοντας την ενδόρηξη του συτήματος, δημιουργώντας ωστόσο νέες αντιφάσεις και κρισιακά φαινόμενα, την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης, φαινόμενα που έχουν άμεση σχέση με τις σημερινές συνθήκες που βιώνουμε, από τη δεκαετία του ’70, μετά το τέλος της «ένδοξης εποχής» της μεταπολεμικής ανάπτυξης και σταθερότητας του καπιταλισμού.
Γιάννης Δουλφής

Irene Viparelli Althusser Η αναγκαιότητα της οντολογικής στροφής



Η αναγκαιότητα της οντολογικής στροφής
Irene Viparelli
Βασισμένο σε έναν προβληματισμό σχετικά με τα κείμενα του Althusser αφιερωμένα στην «κρίση του μαρξισμού», το παρόν άρθρο προτίθεται να δείξει ότι αυτά τα δοκίμια αντιπροσωπεύουν ένα είδος «άρθρωσης» μεταξύ των γραπτών της δεκαετίας του 1960 και του πρώτου εξαμήνου 70, και του υλισμού της αβεβαιότητας. Πράγματι, η βασική μας υπόθεση είναι ότι ο προβληματισμός σχετικά με τα όρια του μαρξισμού καθιστά εφικτή την επισήμανση, πέρα από την προφανή ασυνέχεια, μιας βαθύτερης συνοχής στην εξέλιξη της σκέψης του Althusser: η ανάγκη να ανακαλυφθεί εκ νέου η «επαναστατική δύναμη» της θεωρίας του Μαρξ αντιπροσωπεύει στην πραγματικότητα την πιο βαθιά ανάγκη να λειτουργήσει η «οντολογική στροφή» της δεκαετίας του 1980.
Τις περισσότερες φορές, ο [«τυχαίος υλισμός»] «υλισμός της αβεβαιότητας» έχει ερμηνευτεί ως μια έκφραση ριζικής θεωρητικής σχάσης στην ανάπτυξη της σκέψης του Althusser. Αυτή η υπόθεση φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τον ίδιο τον Althusser όταν έγραψε σε μια επιστολή του 1978 στο Merab:
«Όλα δεν ήταν μάταια σε αυτή την περιπέτεια, καθόλου άλλωστε, επειδή η λογική του παιχνιδιού των ισχυρισμών δεν είναι αυτή των ίδιων των ισχυρισμών. Αλλά το ερώτημα είναι να μάθουμε πώς να «διαχειριστούμε» αυτό το υποτιθέμενο ή πιθανό παρελθόν σε μια κατάσταση όπως αυτή που υφιστάμεθα. Η μόνη απάντηση που βρίσκω προς το παρόν είναι η σιωπή (...). Και, παρά τις διαφορές, καταλαβαίνω τη δική σας, η οποία έχει πολλούς άλλους λόγους. Όπως καταλαβαίνω τον πειρασμό και την πηγή μιας υποχώρησης σε «μεταφυσικά βάθη» που έχουν το πλεονέκτημα της καταπολέμησης της μοναξιάς. Σιωπή που μπορεί να είναι οριστική, γιατί όχι; Ή η οπισθοδρόμηση για να δημοσιεύσουμε μερικά μικρά πράγματα για τον Machiavelli, τον Gramsci και άλλους, ή κάποιες ατέλειες στη φιλοσοφία, παλιά ιδέα που [έλκω] ξαναπιάνω, όπως θα θυμάστε, αλλά ότι οφείλουμε, με τη βοήθεια της εμπειρίας, ειρήσθω εν παρόδω, να διορθώσουμε από την περιήγησή μας στους λειμώνες της ή στην επικούρεια παράδοση, ποιος ξέρει; Πολύ λίγο σε μια εποχή που κάποιος θα έπρεπε να είναι οπλισμένος με αρκετές συγκεκριμένες γνώσεις για να μιλήσει για πράγματα όπως το κράτος, η οικονομική κρίση, οι οργανώσεις, οι «σοσιαλιστικές» χώρες και ούτω καθεξής. Αυτή τη γνώση που δεν κατέχω παρ’ ότι θα έπρεπε, για «να ξεκινήσουμε από την αρχή», όπως ο Μαρξ το 1952, αλλά είναι πολύ αργά, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία, την κόπωση, την κόπωση αλλά και τη μοναξιά» 1
1 Louis, Althusser, «Lettre a Merab», in Écrits philosophiques et politiques, t. I, Paris, Éditions (...)
2 Μου φαίνεται εδώ ότι η σιωπή του Αλτουσέρ εκφράζει μια αίσθηση κούρασης και αποκήρυξης ενώπιον της τεράστιας πρόκλησης για την επαναστατική σκέψη που ξεκίνησε στο παρόν: οι βαθιές ιστορικές μεταμορφώσεις που σημειώθηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο, παραποιώντας τις διαλεκτικές κατηγορίες του Μαρξ, ορίζουν επίσης το ηρωικό καθήκον για ένα ριζοσπαστικό επαναπροσδιορισμό της επαναστατικής θεωρίας΄ μια συνολική επανεξέταση της κριτικής του παρόντος. Ο φιλοσοφικός στοχασμός, οι «ατέλειες στη φιλοσοφία», η «Επικούρεια παράδοση», παρουσιάζονται ταυτόχρονα ως ένα είδος «εναλλακτικού προγράμματος» απέναντι στη σιωπή, ένας στοχασμός βασισμένος στην συνειδητοποίηση της οριστικής απόρριψης της επαναστατικής σκέψης.


3 Σε αυτό το άρθρο θα αναπτύξουμε μια εντελώς διαφορετική ερμηνευτική υπόθεση: ο υλισμός της αβεβαιότητας [τυχαίος υλισμός], μακριά από την έκφραση της αποκήρυξης του πολιτικού προβληματισμού, αντιπροσωπεύει μάλλον την προσπάθεια μιας ριζικής «οντολογικής» επαναθεμελίωσης της επαναστατικής θεωρίας, επεξεργασμένης με βάση τα θεμελιώδη συμπεράσματα του αλτουσεριανού στοχασμού που αναπτύχθηκε κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του '70 γύρω από το ζήτημα της «κρίσης του μαρξισμού».
4 Ο Μάης του ’68, οι αντι-αποικιοκρατικοί αγώνες, η εμφάνιση νέων ανταγωνιστικών υποκειμενικοτήτων και η παράλληλη περιθωριοποίηση της παραδοσιακής εργατικής τάξης, αποτελούν την ιστορική βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η θεωρητική απαίτηση της ριζοσπαστικοποίησης της «ετεροδόξης στάσης», δηλαδή το πέρασμα από το πρόβλημα της «αποσταλινοποίησης του Μαρξ», που ήταν κεντρικό στη δεκαετία του '60, στο γενικότερο ζήτημα της «κρίσης του μαρξισμού». Βεβαίως, το πρόβλημα της «επανεύρεσης» της επαναστατικής δύναμης της θεωρίας του Μαρξ εμμένει, αλλά τώρα υπόκειται σε νέες και πιο σύνθετες συνθήκες: δεν είναι πλέον αρκετό να «αποσταλινοποιηθεί» η θεωρία του Μαρξ, απομακρύνοντας τον Μαρξ (και το Λένιν) από την κυρίαρχη ερμηνεία των επίσημων οργανώσεων του εργατικού κινήματος, αλλά πάνω απ 'όλα είναι απαραίτητο να αναλάβουμε μια νέα κριτική στάση, ικανή να αποκαλύψει τα θεωρητικά και πολιτικά όρια των μαρξιστικών και λενινιστικών κατηγοριών. Κατά συνέπεια, η κριτική κίνηση αναδιπλασιάζεται: είναι απαραίτητο να ξαναβρεθεί η αυθεντική έννοια της θεωρίας του Μαρξ ενάντια στον «επίσημο μαρξισμό» και να αποκαλυφθούν τα όριά του.
5 «Στα όριά του» είναι η έκφραση που χρησιμοποίησε ο Althusser για να διατυπώσει αυτή τη θεωρητική και πολιτική απαίτηση «αναδιπλασιασμού» των στιγμών της κριτικής. Τα όρια είναι, πρώτον, οι συνέπειες του «σταλινικού αποκλεισμού» της μαρξιστικής θεωρίας της δεκαετίας του 1930:
Ήταν κατά τη δεκαετία του '30 που ο μαρξισμός, ο οποίος ήταν ακόμη ζωντανός με τις ίδιες τις αντιφάσεις του, μπλοκαρίστηκε και αποστεώθηκε σε «θεωρητικούς» τύπους, σε μια κατεύθυνση και πολιτικές πρακτικές που επιβλήθηκαν στις εργατικές οργανώσεις από την ιστορική καθοδήγηση του σταλινισμού. 2
2 L. Althusser, «Enfin la crise du marxisme!», in Solitude de Machiavel, Paris, PUF, 1998, p. 273.
6 Σύμφωνα με τον Althusser, ο μαρξισμός ήταν, στη δεκαετία του 1920, μια «πρωτόλεια» θεωρία, ένα σύνολο ζητημάτων αδύνατο να συστηματοποιηθούν, τα οποία, λόγω της προβληματικής και αντιφατικής τους φύσης, ώθησαν τη θεωρητική εμβάθυνση. Ωστόσο, η «σταλινική συστηματοποίηση» διέκοψε απότομα αυτή την παραγωγική κίνηση της ανάπτυξης κατηγοριών, σπέρνοντας τους σπόρους της κρίσης.
Δεν μπορούμε να το κάνουμε απλά επικαλούμενοι τον ρόλο του Στάλιν (...). Σήμερα είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε αυτές τις δυσκολίες, αντιφάσεις και κενά, να τις αναγνωρίσουμε και να τις αναλάβουμε πλήρως και φανερά, τόσο για να τραβήξουμε τις συνέπειες στο έπακρο όσο και για να φωτίσουμε ορισμένες πτυχές της κρίσης που βιώνουμε και να μετρήσουμε την ιστορική ευκαιρία που μας προσφέρει αν γνωρίζουμε πώς να διορθώσουμε τα πράγματα. Επειδή ορισμένες από αυτές τις δυσκολίες αγγίζουν ακριβώς τα ζωτικά ζητήματα της τρέχουσας κρίσης. 3
3 στο ίδιο, σελ. 274 - 275.
7 Ο όρος «όρια» εκφράζει τόσο τον αντιφατικό όσο και τον ημιτελή χαρακτήρα μιας θεωρίας, η οποία έχοντας αφεθεί στην «εμβρυακή» της κατάσταση και  μπλοκαριστεί στην ανάπτυξή της, διαμορφώνεται τώρα ως ένα σύνολο μερικών, ανεπαρκών θεωρητικών στοιχείων, που χρειάζονται περαιτέρω επεξεργασία. Το αίτημα για εμβάθυνση της κριτικής στάσης γίνεται έτσι μια θεωρητική διαδικασία όχι μόνο ερμηνευτική, αλλά απολύτως δημιουργική, η οποία ανταποκρίνεται στην ανάγκη μιας ριζικής «αναδιαμόρφωσης» των θεμελιωδών μαρξιστικών κατηγοριών.
8 Σε αυτό το άρθρο θα εξετάσουμε τις σκέψεις του Althusser γύρω από τα «όρια» της θεωρίας του Μαρξ και την προσπάθειά του να «δημιουργική αναδιατύπωση» των θεμελιωδών κατηγοριών, επιδιώκοντας έτσι να δείξει ότι η απαίτηση για αποκατάσταση της «επαναστατικής δύναμης» της θεωρίας του Μαρξ αντιπροσωπεύει την πιο ενδόμυχη ανάγκη της «οντολογικής στροφής» που επιτεύχθηκε στα γραπτά της δεκαετίας του '80.


Τετάρτη 26 Απριλίου 2017

Ανεπάρκεια των πολιτών ή δόλος των πολιτικών;




23 Μαρτίου 2017 Πηγή: greekdimo
Η ένταση της προπαγάνδας των ελίτ στην χώρα μας, προκειμένου να μας πείσουν πως είμαστε πολιτικά, αλλά και όχι μόνο, ανεπαρκείς έχει ενταθεί τα χρόνια της κρίσης. Το αφήγημα αυτό είναι ζωτικής σημασίας για το πολιτικό μας σύστημα και την συνέχιση του αποκλεισμού των Ελλήνων πολιτών από την πολιτική ζωή της χώρας. Δεν είναι φρόνιμο να συμμετέχουμε στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων (εδώ βρίσκεται το κυριολεκτικά χρυσοφόρο πεδίο δράσης της παρασιτικής πολιτικής ελίτ) επειδή είμαστε πολιτικά ανεπαρκείς. Μήπως όμως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο; Ας δούμε μία άλλη προσέγγιση στο κείμενο που ακολουθεί.
«Ανεπάρκεια των πολιτών και πολιτικός αποκλεισμός. Αντιμετάθεση αιτίας και αποτελέσματος.
Σύμφωνα με την θεωρία των σχέσεων μεταξύ κατεστημένων – αποκλεισμένων ομάδων, η εικόνα της πολιτικής ανεπάρκειας είναι ένα τυπικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο οι κατεστημένοι παρουσιάζουν τους αποκλεισμένους. Η εικόνα του «ηλίθιου ψηφοφόρου» στιγματίζει με τον ίδιο τρόπο όπως η εικόνα του «ηλίθιου μαύρου». Το στίγμα της πολιτικής ανεπάρκειας και ανωριμότητας των ανθρώπων συμβολίζει την ανώτερη ισχύ των πολιτικών έναντι των «κοινών πολιτών».


Οι σχέσεις μεταξύ Κατεστημένων – Αποκλεισμένων




6 Απριλίου 2017 greekdimo
Με αφορμή τον δημόσιο διάλογο που διεξάγεται σχετικά με την επικείμενη συνταγματική  αναθεώρηση και την σφοδρότητα με την οποία κάποιοι συμπολίτες μας ισχυρίζονται πως θα ήταν καλό (για ποιους άραγε;) να παραμείνουν οι πολίτες πολιτικά αποκλεισμένοι, επανερχόμαστε ξανά στην πολύ ενδιαφέρουσα εργασία του Rolf Buchli.
«Στην απλούστερη του μορφή, ένα σχήμα κατεστημένων – αποκλεισμένων αποτελείται από δύο αλληλεξαρτώμενες ομάδες, οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους με μία σχέση κατεστημένων και αποκλεισμένων. Η ομάδα των κατεστημένων διαθέτει μεγαλύτερες πηγές ισχύος από αυτές της ομάδας των αποκλεισμένων. Εντός της σχηματοποίησης αυτής αναδύονται συγκεκριμένες συλλογικές εικόνες (όπως για παράδειγμα εικόνες εμείς – αυτοί, τι είμαστε – τι είναι και τι οφείλουμε να είμαστε – τι οφείλουν να είναι). Σχέσεις κατεστημένων – αποκλεισμένων μπορούν να παρατηρηθούν όχι μόνο μεταξύ πολιτικών και πολιτών αλλά σε όλους τους ιστορικούς χρόνους και όλα τα πεδία, όπως για παράδειγμα οι ομάδες άντρες και γυναίκες, λευκοί και μαύροι, γηγενείς και αλλοδαποί, παλιοί κάτοικοι και νεοαφιχθέντες.


Σύγχυση, αντιλαϊκιστικός λόγος και φιλελεύθερα ά-λογα




Μιχάλης Θεοδοσιάδης Respublica 19 Απριλίου 2017
Μια σύντομη κριτική στα λεγόμενα του Γιώργου Δερτιλή, στους ισχυρισμούς του περί ημιμάθειας και αμάθειας που πλήττουν τον μέσο πολίτη (απειλώντας δήθεν τη δημοκρατία στην Ελλάδα και διεθνώς), επιχειρήσαμε ήδη σε προηγούμενη ανάρτηση. Στο άρθρο αυτό θα συζητηθούν περαιτέρω ορισμένες εκφάνσεις των απόψεων που ο ίδιος εκφράζει, απόψεις που κατά βάση συμμερίζονται οι υπερασπιστές της φιλελεύθερης ιδεολογίας, του μητροπολιτικού κοσμοπολιτισμού, του αντιλαϊκιστικού μετώπου, και του τόξου της «κοινής λογικής», ενάντια στον «ανορθολογισμό» των «απαίδευτων μαζών». Τούτο το κειμένο επιχειρεί να εντοπίσει γενεαλογικά τις πρώτες βάσεις αυτής της ιδεολογίας στις απολυταρχικές πολιτικές θεωρίες του 16ου αιώνα και στα θετικιστικά ρεύματα του 19ου και 20ού αιώνα αντίστοιχα. Επιπλέον, με αφορμή τις τοποθετήσεις του καθηγητή στο πλαίσιο του 2ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, θα προσπαθήσουμε να εισάγουμε στο άρθρο αυτό μια εκ νέου κατανόηση των ανθρώπινων πραγμάτων, της πολιτικής και της τρέχουσας πραγματικότητας όπως αυτή ξεπροβάλει μπροστά μας.


Η δημοκρατία που κινδυνεύει & πλάγιοι (φιλελεύθεροι) σκοποί




Συνδιαμόρφωση κειμένου: Γιώργος Κουτσαντώνης, Αθανάσιος Γεωργιλάς, Μιχάλης Θεοδοσιάδης 17 Απριλίου 2017
Τους μηχανισμούς και τις διαδικασίες μέσω των οποίων η ημιμάθεια και η αμάθεια απειλούν τη δημοκρατία στην Ελλάδα και διεθνώς, περιέγραψε στην διάλεξή του, ο καθηγητής Γιώργος Δερτιλής στο πλαίσιο του 2ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών. Μια γεύση από τον πυρήνα της σκέψης του κ. Δερτιλή μπορεί κανείς να πάρει από το κείμενό του με τίτλο «Η Τυραννία της Αμάθειας», καθώς και από μια πρόσφατη συνέντευξή του.
Το να υποστηρίζει κανείς ότι η δημοκρατία μας απειλείται προϋποθέτει πρώτα -και αυτό είναι το ελάχιστο - την διευκρίνηση, πως το πολίτευμα στο οποίο αναφέρεται ο κ. Δερτιλής δεν είναι άλλο από ένα ταξικό, γραφειοκρατικό, κομματοκρατούμενο μόρφωμα κυριαρχίας μιας απομονωμένης από τον πληθυσμό πολιτικής τάξης, και μόνον ακροθιγώς αντιπροσωπευτικό στην βάση του. Είναι ευρέως διαδεδομένη η σύγχυση που αναπαράγεται διαρκώς, για λόγους ευνόητους - εφησυχασμού του πλήθους - μεταξύ δύο πολύ διαφορετικών πραγμάτων, δηλαδή ανάμεσα στη δημοκρατία και στο αντιπροσωπευτικό πολίτευμα (κοινοβουλευτισμός).


Οι Βρετανικές εκλογές και το διχασμένο βασίλειο στον απόηχο του Brexit




Μιχάλης Θεοδοσιάδης Respublica 23 Απριλίου 2017
Με σύσσωμη την αντιπολίτευση των Εργατικών στα τάρταρα (εξαιτίας της χαμηλής δημοτικότητας του Jeremy Corbyn), ζαλισμένοι από την ήττα του δημοψηφίσματος για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και κρυμμένη στα σπήλαια της ατολμίας, η Theresa May άδραξε την ευκαιρία να εξουδετερώσει κάθε εμπόδιο στα σχέδιά της για την επιτάχυνση και ολοκλήρωση του Brexit (παρότι εδώ και μήνες απέρριπτε κατηγορηματικά και σε όλους τους τόνους τα σενάρια πρόωρων εκλογών). Ενδεχομένως οι «Συντηρητικοί» να κερδίσουν αυτές τις εκλογές για το κοινοβούλιο του Westminster ενώ, αντίθετα, το Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα (SNP) θα έρθει και πάλι πρώτο για τη βουλή του Εδιμβούργου. Ο λόγος που η περίπτωση της Σκωτίας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει να κάνει με τις εσωτερικές αντιθέσεις (και αντιφάσεις) του Ηνωμένου Βασιλείου ως ενιαίο κράτος: ενώ η πλειοψηφία των Άγγλων (με εξαίρεση τις κοσμοπολίτικες μητροπόλεις) ψήφισαν μαζικά υπέρ της εξόδου από την ΕΕ, η Σκωτία και η κατεχόμενη Βόρεια Ιρλανδία προτίμησαν την παραμονή. Αν όμως το SNP θέλει να κυβερνήσει τη χώρα, οδηγώντας την στην ανεξαρτησία (πράγμα που αποτελεί κρυφό – αλλά ανεκπλήρωτο – πόθο των Σκωτσέζων εθνικιστών εδώ και πολύ καιρό, παρά την ήττα τους στο πρώτο δημοψήφισμα το 2014), θα πρέπει να πείσει ένα δύσπιστο κοινό ότι κατανοεί τις αιτίες που ο λαός της Σκωτίας βρίσκεται σήμερα σε απόγνωση σε ό,τι έχει να κάνει με τις πολιτικές του Λονδίνου, με αποτέλεσμα να επιλέξει την παραμονή στην ΕΕ. Μπορεί, λοιπόν, κάτι τέτοιο να το πετύχει αυτό η πρωθυπουργός της Σκωτίας, Nicola Sturgeon, και το SNP, που αποτελείται από ταγμένους ευρωπαϊστές – όπως οι ίδιοι αυτοαποκαλούνται;


Κυριακή 9 Απριλίου 2017

Χάννα Άρεντ - Η σπηλιά του Πλάτωνα




Η σπηλιά του Πλάτωνα – Ανάλυση από την Χάννα Άρεντ
Ο ίδιος ο Πλάτων περιέγραψε τη σχέση ανάμεσα στη φιλοσοφία και στην πολιτική μέσα από τη στάση του φιλοσόφου απέναντι στην πόλιν. Η περιγραφή αυτή δίνεται στην παραβολή της σπηλιάς, η οποία αποτελεί τον πυρήνα της πολιτικής φιλοσοφίας, όπως και του έργου του Πολιτεία.
Η αλληγορία, μέσα από την οποία ο Πλάτων θέλει να αποδώσει ένα είδος περιεκτικής βιογραφίας του φιλοσόφου, εκτυλίσσεται σε τρία στάδια, κάθε ένα από τα οποία ορίζει ένα κρίσιμο σημείο, μια αποφασιστική καμπή, ενώ και τα τρία μαζί συνιστούν την περιαγωγή όλης της ψυχής, τη μεταστροφή ολόκληρου του ανθρώπινου όντος, που για τον Πλάτωνα αποτελεί την ίδια την διαδικασία διαμόρφωσης του φιλοσόφου.

Σάββατο 8 Απριλίου 2017

Η καταγωγή της ιεραρχίας και των ταξικών κοινωνιών




Χάρης Ναξάκης, καθηγητής πολιτικής οικονομίας στο ΤΕΙ Ηπείρου, συγγραφέας – charisnax@yahoo.gr 2 Απριλίου 2017
Στην Οικολογία της Ελευθερίας (εκδόσεις Αντιγόνη, 2016),  το σημαντικότερο έργο του μεγάλου Αμερικανού στοχαστή Μάρεϊ Μπούκτσιν, ο οποίος συνέβαλλε τα μέγιστα στην θεμελίωση της κοινωνικής και πολιτικής οικολογίας, ο συγγραφέας επιδιώκει να ερμηνεύσει την ανάδυση της ιεραρχίας που αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό των ανθρώπινων κοινωνιών και να σκιαγραφήσει τις προϋποθέσεις διάλυσης της. Για τον Μπούκτσιν η τάση του ανθρώπου να κυριαρχεί πάνω στη φύση είναι επακόλουθο της τάσης του να κυριαρχεί πάνω στον άνθρωπο. Το μεγάλο μυστήριο όμως είναι ποιές είναι οι ρίζες αυτής της τάσης. Για την μαρξιστική αφήγηση η εξουσία, η ατομική ιδιοκτησία και εν τέλει οι τάξεις και το κράτος δημιουργήθηκαν «αναγκαστικά και ανεξάρτητα από την ανθρώπινη θέληση» ως αποτέλεσμα του « νόμου του καταμερισμού της εργασίας» (Έγκελς - Αντιτύριγκ) σε διευθυντική και εκτελεστική, γεγονός που οδήγησε στην μονοπώληση της εξουσίας από μια ομάδα που είχε την διεύθυνση της εργασίας. Οι αντικειμενικές λοιπόν αναγκαιότητες της οργάνωσης της παραγωγής καθόρισαν την ταξική δομή της κοινωνίας. Κάθε εξουσία για τον μαρξισμό απορρέει από τον καταμερισμό της εργασίας, που οδήγησε στην αντιπαράθεση ανάμεσα στα διευθυντικά και εκτελεστικά καθήκοντα, γι’ αυτό κάθε εξουσία, η δημιουργία της ιεραρχίας και των διευθυντικών τάξεων απορρέουν  από τη σφαίρα της παραγωγής, από την οικονομική εξουσία. Στην γερμανική ιδεολογία ο Μαρξ καθιστά σαφή την παραπάνω ερμηνεία: «με τον καταμερισμό της εργασίας είναι ταυτόχρονα δεδομένη και η ποσοτική και η ποιοτική άνιση διανομή της εργασίας και των προϊόντων της, άρα και της ιδιοκτησίας». Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Οι ταξικές κοινωνίες αναδύθηκαν επειδή στη νεολιθική περίοδο η εμφάνιση του καταμερισμού της εργασίας και των εξελιγμένων εργαλείων επέτρεψε να κυριαρχήσει ο άνθρωπος πάνω στη φύση, παράγοντας έτσι πλεονάσματα αγαθών, γεγονός που επέτρεψε να εμφανιστεί η εκμετάλλευση ως σφετερισμός των πλεονασμάτων αυτών από τις κοινωνικές ομάδες που διαδραμάτιζαν διευθυντικό ρόλο στην παραγωγή των αγαθών;